Μύθοι και Θρύλοι

Ο βουνός του Λοή

Δυο χαρακτηριστικά τραπεζοειδή υψίπεδα με την τοπική ονομασία Θκυο Βουνοί – Πάνω και Κάτω Βουνός δεσπόζουν της περιοχής του χωριού μας. Ο ένας από τους δύο λόφους ο Πάνω Βουνός είναι πιο γνωστός στους Περατίτες ως ο Βουνός του Λοή. Ο θρύλος που εξηγεί πώς πήρε το όνομα αυτό λέει τα εξής:

Κάποτε ζούσε εκεί κοντά μια γυναίκα με το γιο της. Μια μέρα εκεί που η γυναίκα έκανε δουλάπι και ο γιος της έκανε ζευκάρι ένας Τούρκος, προφανώς κλέφτης, μπήκε κρυφά στο σπίτι της γυναίκας και κρύφτηκε κάτω από την καρκόλα. Η γυναίκα τον είδε, αλλά για να μην το καταλάβει ο κλέφτης ειδοποίησε το γιο της με συνθηματικό τρόπο λέγοντας: «Βούνου βούνου το δουλάπι μου έλα βρε Λοήήή». Ο Λοής άκουσε και ήρθε κοντά στη μάνα του που του έδειξε πού ήταν ο κλέφτης. Έτσι ο Λοής γλίτωσε τη μάνα και το σπίτι του. Από εκείνη τη μέρα ο λόφος πήρε το όνομα Βουνός του Λοή.

Άλλοι πάλι λένε ότι το Βουνό του Λοή πήρε το όνομά του από κάποιον που ονομαζόταν Λοής και είχε την ατυχία να σκοτωθεί πέφτοντας από εκεί.

Τα πιο πάνω περιλαμβάνονται σε έκδοση του Δημοτικού Σχολείου Πέρα Ορεινής του 1990 με τίτλο: Το χωριό μας σήμερα και χτες, (σ.132) . Τα έγραψαν οι μαθητές που φοιτούσαν τότε στη Β΄ τάξη Χρίστος Δημητρίου και Μιχάλης Λαρδής.

Ο θρύλος για τα χρυσόμηλα της Ταμασσού

Τον όμορφο αυτό θρύλο, που δένει την περιοχή της Ταμασσού με τα μυθικά χρόνια της αρχαιότητας, περιγράφει ο Νέαρχος Κληρίδης σε ομιλία του που εκφώνησε στο χωριό Πέρα Ορεινής στις 21/4/1963, με τίτλο Η ΑΡΧΑΙΑ ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΤΗΣ ΤΑΜΑΣΣΟΥ στα προ και μετά Χριστόν χρόνια (η ομιλία εκδόθηκε σε βιβλιαράκι την ίδια χρονιά στη Λευκωσία).

Σε αυτό το μύθο ανακατεύονται τρία μυθικά πρόσωπα: η Θεά Αφροδίτη, η πρωταθλήτρια Αταλάντη (νεράιδα κατά πολλούς) και ένας αθλητής, ο Ιππομένης.

Η Αταλάντη ζούσε στα βουνά της Αρκαδίας στην Πελοπόννησο και είχε αγαπημένη της ασχολία το κυνήγι και τον αθλητισμό. Στο σημάδι δεν είχε αστοχήσει ποτέ και στο τρέξιμο, επίσης, δεν νικήθηκε από κανένα αθλητή μέχρι τότε. Ήταν φυσικά νέα και όμορφη και όταν έφτασε σε ηλικία γάμου, ο πατέρας της τής ζήτησε να παντρευτεί. Η Αταλάντη, όμως, δεν ήθελε να παντρευτεί, γιατί θα έχανε ίσως την ελευθερία της, τις ξέγνοιαστες ώρες του κυνηγιού και τις ατέλειωτες ώρες της άσκησης. Από την άλλη δεν ήθελε να στεναχωρήσει τον πατέρα της κι έτσι μετά από συμβουλή της Θεάς Αρτέμιδος, η οποία την είχε υπό την προστασία της, δέχτηκε με τον όρο ότι θα διαλέξει για άντρα της εκείνο ο οποίος θα την νικούσε στο τρέξιμο!

Βέβαιη λοιπόν η Αταλάντη πως με αυτό τον τρόπο δε θα παντρευόταν, αφού ήταν ανίκητη στο τρέξιμο, όρισε τους αγώνες δρόμου. Όποιος την νικούσε θα την έπαιρνε για σύντροφό του, όμως όποιος έχανε θα έχανε και τη ζωή του αφού η Αταλάντη δεν ήταν όποια κι όποια. Όπως ήταν φυσικό οι πρώτοι που τόλμησαν να παραβγούν στο τρέξιμο με την Αταλάντη νικήθηκαν και πλήρωσαν το τίμημα με τη ζωή τους. Ανάμεσα στους αθλητές κι επίδοξους γαμπρούς ήταν και ο Ιππομένης (θνητός και χωρίς να κατάγεται από σπουδαία γενιά). Ο Ιππομένης ξέροντας την ευαισθησία της Θεάς Αφροδίτης για τους έρωτες που οδηγούν σε γάμο, ζήτησε τη βοήθειά της. Η Θεά δέχτηκε αμέσως και του έδωσε μερικά από τα καλύτερα, τα πιο ώριμα, μεγάλα και γλυκά χρυσόμηλα από τους κήπους της στην Ταμασσό της Κύπρου. Τον συμβούλεψε καθώς τρέχει με την Αταλάντη, να της πετά τα χρυσόμηλα λίγα λίγα. Έτσι κι έγινε. Η Αταλάντη λύγισε μπροστά στη θέα των λαχταριστών χρυσομήλων. Όταν μάλιστα τα γεύτηκε ο σκληρός και ατρόμητος χαρακτήρας της μαλάκωσε και αφέθηκε στη γλυκάδα τους.

Απασχολημένη λοιπόν η Αταλάντη με το άρωμα και τη θεσπέσια γεύση των χρυσομήλων της Ταμασσού … άφησε τον Ιππομένη να την νικήσει! Σύμφωνα πάντοτε με τον Νέαρχο Κληρίδη «η Αταλάντη και ο Ιππομένης παντρεύτηκαν κι έζησαν μια αληθινά ευτυχισμένη ζωή. Τα χρυσόμηλα της Ταμασσού ήταν εκείνα που τους χάρισαν την ευτυχία και τη χαρά.» (σ. 7)

Το να πάρεις τόσο μεγάλη απόφαση  για τον ποιον να παντρευτείς με μοναδικό κίνητρο τα χρυσόμηλα … δε μας φαίνεται και τόσο αληθοφανές. Μάλλον η Αταλάντη γοητεύτηκε από τα φυσικά κάλλη του Ιππομένη και με πρόφαση τα χρυσόμηλα βρήκε τρόπο να πέσει στην αγκαλιά του χωρίς βέβαια να πέσει από τον εγωισμό της. Αν υποθέσουμε πως η Αταλάντη και ο Ιππομένης ήταν υπαρκτά πρόσωπα φαίνεται ότι ίσχυσε και πάλι το γνωστό «τράβα με κι ας κλαίω».

Τα χρυσόμηλα της Ταμασσού τα βρίσκει κανείς και σήμερα στους ίδιους κήπους από όπου τα είχε κόψει η Θεά Αφροδίτη πριν από τρεις χιλιάδες χρόνια. Βέβαια οι λίγοι παραγωγοί τους δεν είναι το ίδιο ευχαριστημένοι όπως ο Ιππομένης, αφού δεν αποφέρουν πια το ποθητό εισόδημα. Όμως εμείς οι Περατίτες, που έχουμε την τύχη να διατηρούμε χρυσομηλιές στην αυλή μας, σάς διαβεβαιώνουμε πως έχουν την ίδια γλυκάδα όπως τότε στα μυθικά χρόνια και γιατί όχι … ίσως μαγεύουν ακόμα με το άρωμά τους!